αναξιοπιστία

αναξιοπιστία
η ненадёжность; недостоверность

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αναξιοπιστία" в других словарях:

  • αναξιοπιστία — η 1. το να είναι κανείς αναξιόπιστος, να μη θεωρείται άξιος να γίνει πιστευτός 2. το να μη θεωρείται κανείς άξιος για εμπορικές συναλλαγές, για πιστώσεις, η αφερεγγυότητα. [ΕΤΥΜΟΛ. < αναξιόπιστος. Η λ. μαρτυρείται από το 1840 στο Ιταλοελληνικό …   Dictionary of Greek

  • αναξιοπιστία — η το να είναι κανείς αναξιόπιστος (βλ. λ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Olympiacos F.C. — Olympiacos F.C. Saltar a navegación, búsqueda Para el artículo sobre el club polideportivo, véase Olympiacos CFP. Olympiacos F.C. Nombre completo Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς) Apodo(s) Thrilos(θρύλος) (La Leyenda) …   Wikipedia Español

  • Olympiacos Fútbol Club — Para el artículo sobre el club polideportivo, véase Olympiacos CFP. Olympiacos Nombre completo Ολυμπιακός Σύνδεσμος Φιλάθλων Πειραιώς Apodo(s) Thrilos(θρύλος) (La Leyenda) Fundación 19 …   Wikipedia Español

  • αναξιόπιστος — η, ο (Μ ἀναξιόπιστος, ον) αυτός που δεν αξίζει να γίνει πιστευτός νεοελλ. αυτός που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη για συναλλαγές, ο μη φερέγγυος, αφερέγγυος. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀν στερ. + ἀξιόπιστος. ΠΑΡ. νεοελλ. αναξιοπιστία] …   Dictionary of Greek

  • απιστία — (Noμ.).Ποινικό αδίκημα, το οποίο διαπράττει εκείνος που ζημιώνει την περιουσία άλλου όταν του έχει ανατεθεί η επιμέλεια ή η διαχείρισή της με βάση κάποιο νόμο ή δικαιοπραξία. Απαιτείται το στοιχείο της πρόθεσης και τιμωρείται με φυλάκιση (10… …   Dictionary of Greek

  • μύθος — Παραδοσιακή αφήγηση ενός λαού, στην οποία αποδίδονται ιδιαίτερες αξίες ιερού χαρακτήρα. Ο όρος, τον οποίο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν για τις φανταστικές διηγήσεις, υποδηλώνει μέχρι σήμερα την πιθανότητα και την αντικειμενική αναξιοπιστία… …   Dictionary of Greek

  • Έρχαρτ, Αμέλια — (Amelia Earhart, Άτσισον, Κάνσας 1897 – 1937). Αμερικανίδα πρωτοπόρος αεροπόρος. Στον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο υπηρέτησε ως εθελόντρια νοσοκόμος σε στρατιωτικό νοσοκομείο έως την ανακωχή, το 1918. Το 1919 ξεκίνησε σπουδές ιατρικής στο πανεπιστήμιο… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»